Σάββατο 11 Ιουνίου 2016

ΞΩΤΙΚΑ ΤΗΣ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ





ΞΩΤΙΚΑ ΤΗΣ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ
Ο μυθικός κόσμος των ξωτικών






Πλάσματα μιας άλλης διάστασης, ενεργειακές μορφές, πνεύματα της φύσης. Αν κοιτάξουμε λίγο καλύτερα θα δούμε ότι είναι εκεί!

Υπάρχουν κάποια παράξενα όντα, που κατοικούν στις καταπράσινες κοιλάδες της Ιρλανδίας κοντά σε βαθύσκιωτες πηγές και αρχαία δέντρα, πλάι σε μυστηριώδεις λίμνες ή στους κήπους μεσαιωνικών κάστρων. Είναι όντα που ανήκουν σε έναν άλλο κόσμο, στη ζώνη του λυκόφωτος ή στο χώρο του ονείρου. Πρόκειται για αυτά που οι παραδόσεις ονομάζουν «ξωτικά». Πλάσματα συνήθως μικρόσωμα και παιχνιδιάρικα που λατρεύουν τη φύση, τη μουσική και τις σκανταλιές. Όλοι οι λαοί της γης τα έχουν αναγνωρίσει και περιγράψει ως κατοίκους του αγνού φυσικού περιβάλλοντος. Των δασών των λιμνών και των δέντρων. Οι αρχαίες παραδόσεις έχουν μετεξελιχθεί σε παραμύθια μέσα στα οποία διασώζονται βασικές σχετικές πληροφορίες όπως για δέντρα που μιλάνε. Οι αρχαίες αναφορές μιλούσαν για τα δέντρα μέσα στα οποία υπάρχουν «ψυχές» και «πνεύματα». Οι Έλληνες τις ονόμασαν Αμαδρυάδες και τις έβλεπαν με ενορατικό τρόπο να χορεύουν γύρω από τις ιερές δρυς. Κι ενώ αυτά τα μυστηριακά όντα έμοιαζαν να ξεχνιούνται από τον σύγχρονο άνθρωπο, η κινηματογραφική μεταφορά της τριλογίας του Τόλκιν «Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών» έφερε σε επαφή το πλατύ κοινό με αυτά τα όντα που αν και οι περισσότεροι πιστεύουν ότι κατοικούν στη φαντασία των λαών, υπάρχουν κι άλλοι που ορκίζονται ότι τα έχουν δει. Ιδίως σε χώρες όπως η Βρετανία και η Ιρλανδία.







Όντα Άλλων Διαστάσεων

Ένα πλήθος παράξενων πλασμάτων που στην ουσία αντιπροσωπεύουν το πνεύμα της φύσης έχουν αναγνωριστεί από όλους τους λαούς που τους έχουν δώσει διάφορα ονόματα. Κακά τρολ, παιχνιδιάρες νεράιδες, πονηροί καλικάντζαροι, πανούργοι νάνοι χοροπηδάνε, στήνουν παγίδες και γελάνε κάνοντας φάρσες πίσω από την πλάτη μας. Πρόκειται για μια προαιώνια μεταφυσική παράδοση που πρόθυμοι αποδέκτες της είναι και οι σημερινές «ορθολογιστικές» γενιές. Υπάρχουν ,βέβαια, κι εκείνοι που πιστεύουν πως πρόκειται για συμβολικές καταστάσεις κι ότι αντιπροσωπεύουν εμμονές, ιδέες και φόβους μας ή προβολές του υποσυνειδήτου μας. Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση τα ξωτικά δεν είναι παρά συμβολικές αναπαραστάσεις των ανθρώπινων ψυχολογικών καταστάσεων. Όμως ,σύμφωνα με τα πιστεύω που υποστηρίζουν όλες οι μεταφυσικές παραδόσεις, δεν τίθεται αμφιβολία πως πρόκειται για υπαρκτά όντα που κατοικούν σε άλλες διαστάσεις έξω από τις γνωστές γι αυτό και ονομάζονται (ε)ξωτικά. Ο κόσμος τους είναι πιο λεπτοφυής από τον δικό μας γιατί στη δική τους παράλληλη διάσταση το υλικό σώμα δεν είναι απαραίτητο και είναι κατά κανόνα αόρατο. Το σώμα των ξωτικών είναι στην ουσία ενεργειακό. Οι διορατικοί άνθρωποι που ισχυρίστηκαν στο πέρασμα των αιώνων ότι τα έβλεπαν τα περιγράφουν ως μικροκαμωμένα πλάσματα που έχουν συχνά φτερούγες η μορφή των οποίων θυμίζει περισσότερο τα φτερά εντόμων παρά πουλιών. Πολλοί λένε πως αυτά τα όντα ανήκουν στους «βοηθούς» του φυσικού περιβάλλοντος και πως χωρίζονται σε πολλές διαφορετικές φυλές. Υπάρχουν τα ξωτικά των νερών και των πηγών που η ελληνική παράδοση ονόμαζε Νηρηίδες , Ωκεανίδες, τα ξωτικά του αέρα που ονομάζονται Συλφίδες, τα ξωτικά της φωτιάς που παριστάνονται σαν Σαλαμάνδρες και τα ξωτικά της γης στα οποία ανήκαν οι μυθικοί Τελχίνες.







Σε Ένα Άδειο Τσόφλι από Φουντούκι

Ιδιαίτερη αναφορά στα ξωτικά κάνει και ο Σαίξπηρ στο « Όνειρο Θερινής Νύχτας» όπου ζωντανεύει ολόκληρη κοινότητα ξωτικών. Αλλά επίσης και στο «Ρωμαίο και Ιουλιέτα» υπάρχει μια έξοχη περιγραφή ενός θηλυκού ξωτικού, της Μάβας. Γράφει σχετικά:« Η κυρά Μάβα μικρή είναι ίσια με μια δαχτυλιδόπετρα σε αρχόντου πρώτο δάχτυλο. Στ΄αμάξι της ζεμένες σκνίπες τήνε σέρνουνε τις νύχτες πάνω στις μύτες των ανθρώπων που κοιμούνται. Οι αχτίνες των τροχών της είναι πόδια αράχνης. Το αμαξάκι της είναι άδειο τσόφλι από φουντούκι, που της έφτιαξε ο ξυλουργός ο βέρβερος κι ο γέρο σκόρος που από αμνημόνευτους καιρούς κατασκευάζουν αμάξια για τα ξωτικά. Έτσι σιαγμένη, κάθε νύχτα περνάει μέσα από μυαλά εραστών κι αυτοί ονειρεύονται αγάπες. Κάποτε τρέχει πάνω σε παλατιανού τη μύτη και τον κάνε να ονειρεύεται αξιώματα. Άλλοτε γαργαλάει τη μύτη του παπά με την ουρά από το γουρούνι κι αυτός ονειρεύεται κι άλλο πεσκέσι. Κάποτε περνάει από το λαιμό ενός στρατιώτη κι ονειρεύεται σφαγές εχθρών. Αυτή είναι η Μάβα που τη νύχτα μπλέκει τις χαίτες των αλόγων και δένει κόμπους τα αχτένιστα μαλλιά σε πρόστυχες.» Η περιγραφή του Σαίξπηρ δεν είναι αποκύημα της πλούσιας φαντασίας του αλλά της παράδοσης που είναι ακόμα ζωντανή και έντονη μεταξύ των Κελτών. Η Ιρλανδία ,για παράδειγμα, θεωρείται η κατεξοχήν νεραϊδοχώρα. Υπάρχουν σημεία της μάλιστα όπου αναφέρονται συχνές εμφανίσεις παράξενων όντων. Η περιοχή Γκλένταλου , που χαρακτηρίζεται ως μικρόκοσμος όλων των χρωμάτων και των τοπίων της Ιρλανδίας , γέννησε πολλούς σχετικούς θρύλους. Πρόκειται, σύμφωνα με την πίστη του λαού για ένα από τα σύνορα όπου αυτός ο κόσμος συναντιέται με τον άλλο , τον αόρατο.







Ο Φύλακας Των Θησαυρών

Υπάρχουν πολλά σημεία στην Ιρλανδία για τα οποία λέγεται πως το πέπλο που χωρίζει τους δυο κόσμους, εκείνο των ανθρώπων κι εκείνον των ξωτικών και των πνευμάτων , είναι πολύ λεπτό. Στην περιοχή Κέρυ μάλιστα, χωμένες ανάμεσα στα δασωμένα μονοπάτια υπάρχουν πού και πού ενδεικτικές πινακίδες με την επιγραφή « Πέρασμα των Νάνων» ή «Νεραϊδότοπος». Εκεί λέγεται ότι συχνάζουν και τα περίφημα ξωτικά με το όνομα Λέπρεσονς. Αυτά θεωρούνται φύλακες των αρχαίων θησαυρών. Εάν τα συναντήσει και τα συλλάβει θνητός του υπόσχονται πλούτη εφόσον αποφασίσει να τα ελευθερώσει. Λέγεται επίσης πως κρατούν δυο πουγκιά. Στο ένα έχουν ένα ασημένιο νόμισμα, μαγικό, που πάντα επιστρέφει στο πουγκί. Στο δεύτερο έχουν ένα χρυσό νόμισμα με το οποίο εξαγοράζουν την ελευθερία τους αν βρεθούν σε δύσκολη θέση. Όμως κι αυτό μετατρέπεται στα χέρι των θνητών σε στάχτες ή φύλλα ξερά. Πίσω από όλα αυτά μπορεί κανείς να διακρίνει και τη συμβολική σημασία που αποδίδεται σε κάθε ξωτικό. Όμως, το ερώτημα παραμένει τελικά: υπάρχουν στ’ αλήθεια; Μερικοί επιμένουν πως αν κοιτάξουμε λίγο καλύτερα γύρω μας θα τα δούμε…είναι εκεί!






Ο χορός των ξωτικών riverdance όπως των αποκαλούν πολλοί είναι βασισμένος στους θρύλους της Ιρλανδίας και γι αυτό θεωρείται και μαγικός χορός.





Ο Ξωτικόκοσμος της Ιρλανδίας

Συγγραφέας: Μαρία Κικίρη

πηγή: http://www.metafysiko.gr/

Mια νύχτα με δυνατή βροχή και πυκνή ομίχλη, αποφάσισα να κάνω έναν μακρύ περίπατο. Θυμάμαι τα μουσκεμένα φυλλώματα, τα νερά που κυλούσαν, ένα γέρο που έκοβε ξύλα στην αυλή του. Σήκωσε τα μάτια του και με κοίταξε. Αφησα τα τελευταία σπίτια πίσω μου κι αγριεύτηκα. Ένιωσα πως πήγαινα γυρεύοντας, πως κάποιον ενοχλούσα μέσα στο σκοτάδι και τη σιωπή του. Γύρισα πίσω.
Δεν είχα το δικαίωμα να παραβιάζω τον κόσμο τους με το αδιάκριτο βλέμμα μου, με τον ξερό ήχο των βημάτων μου. «Βάδιζε απαλά γιατί βαδίζεις πάνω στα όνειρα μου…» λέει μια λαϊκή παροιμία.
«Μια φορά κι έναν καιρό
υπήρχε αυτό που υπήρχε
κι αν τίποτε δεν είχε συμβεί
δεν θα είχαμε τίποτα να πούμε..»
Charles de Lint.
Τί συμβαίνει στα ερημικά μέρη της Ιρλανδίας,
όταν δεν είναι κανείς εκεί για να το δει;
Η πίστη στα πανίσχυρα και όμορφα ξωτικά αλλά και στις μαγευτικές νεράιδες που αποτελούν ένα ενδιάμεσο στάδιο ανάμεσα σο θεό και στους ανθρώπους, απαρτίζει ίσως το πιο σημαντικό τμήμα στη λαϊκή παράδοση της «μυστικής» Ιρλανδίας. Οι Κέλτες υπήρξαν ένας λαός που πάντοτε ήταν τυλιγμένος με μία αχλή μυστηρίου. Οι θρύλοι και η ιστορία τους θέλγουν την ανθρώπινη φύση, και την εκλύουν με αμείωτο ενδιαφέρον αποτελώντας ένα ιδιαίτερο κομμάτι της δυτικής παράδοσης στο ρου της ιστορίας.
Αξίζει να παραθέσουμε πως η λαϊκή παράδοση είναι η παρουσία ενός λαού μέσα στο χρόνο και τελικά σημαίνει την επιλογή του καλού μες τους αιώνες, έχει για απαραίτητη προϋπόθεση την επιβίωση του χθεσινού μέσα στο σημερινό, τη διάσωση του και την ύψωση σε επιταγή και κανόνα.
Η αναβίωση λοιπόν της παράδοσης των ξωτικών θα αποτελέσει μια αφύπνιση της μνήμης καθώς στρέφεται σε στοιχεία που ο καιρός ξεμάκρυνε απ’ την άμεση πραγματικότητα. Καθότι αυτός ο αναχρονισμός είναι επ’ ουσίας μεταχρονισμός, είναι μία αίσθηση του χρόνου στην αιώνια διάρκεια του, έξω απ’ τον παφλασμό της ψυχής που μας κάνουν να νιώθουμε παροδικοί.
Υπάρχει μία ευαισθησία και ολόκληρη ποίηση λοιπόν, καμωμένη στο ζήτημα αυτό, που αγγίζει τις απλές ψυχές των ανθρώπων, που ερωτεύονται τις πανέμορφες κοιλάδες, τα βουνά που ορθώνονται πίσω απ’ τις θάλασσες και τους καταπράσινους λόφους που είναι το σπιτικό των ξωτικών.
lw.jpg






Ο κόσμος των ξωτικών συνιστά ένα συνονθύλευμα παράξενου τοπίου, ανεξερεύνητου μυστηρίου και ριζωμένης αμφιβολίας στη ψυχή μας, η οποία δεν παύει ποτέ να ονειρεύεται και να αναρωτιέται: Τί υπάρχει πέρα απ’ τον άνθρωπο;
Ευθεία απάντηση δεν θα αποκομισθεί, εν τούτοις μέσα από χάρτες και κώδικες, στοιχεία και μαρτυρίες, σκοτεινά δάση και κοιλάδες, θα επιδοθούμε σε μία καταβολή προσπάθειας για τη χαρτογράφηση του αλλόκοσμου και του μυστηρίου- χωρίς να βουλώνουμε αδιάφοροι τα αυτιά μας κάθε φορά που αέρινα φανταστικά πλάσματα, σαν φευγαλέες σκιές, μας ψιθυρίζουν απόκοσμους ήχους…
Τί είναι τα ξωτικά; (Χαρακτηρολογία τους)
«Διωγμένοι Αγγελοι που δεν ήταν αρκετά καλοί ώστε να σωθούν, αλλά ούτε αρκετά κακοί ώστε να χαθούν», λένε οι χωρικοί. «Οι θεοί της παγανιστικής Ιρλανδίας που όταν έπαψαν να τους λατρεύουν και να τους προσφέρουν δώρα, μαράζωσαν και ζάρωσαν στη λαϊκή φαντασία, απομένοντας τώρα να έχουν ύψος μόνο λίγες πιθαμές» σύμφωνα με τους Ιρλανδούς αρχαιοδίφες.
Τέλος, υπάρχουν αρκετές μνείες που ενισχύουν την άποψη πως ήταν «εκπεσόντες άγγελοι», κάτι το οποίο μάλιστα υποδεικνύεται από καθαυτή φύση τους: τα ξωτικά είναι εμφορούμενα την ιδιοτροπία να φέρονται καλά στους ενάρετους και άσχημα στους κακοήθεις ανθρώπους!
Εύλογα είναι κατανοητό πως γίνεται ένας σαφέστατος διαχωρισμός ανάμεσα στα ξωτικά: Υπάρχουν τα αγγελικά πλασμένα και τα υπό κακίας γενόμενα, ήτοι οι νεράιδες και οι καλικάντζαροι. Διότι αναμφίβολα, δεν υπάρχει τίποτε που να μην υπόκειται σ’ αυτόν τον αιώνιο δυισμό καλού-κακού.






Στην Ιρλανδία θεωρούσαν πως ένας οφειλόμενος σεβασμός προς τα ξωτικά ήταν απολύτως δικαιολογημένος, προκειμένου να εξασφαλίσουν την προστασία τους. Αφενός τα πλάσματα αυτά προσβάλλονται και θίγονται τόσο εύκολα που καλύτερα να μιλάς όσο το δυνατόν λιγότερο στη συντροφιά τους και να τα αποκαλείς «αρχόντους». Αφετέρου είναι τόσο εύκολο να τα ευχαριστήσεις , που αρκεί να αφήσεις λίγο γάλα στο περβάζι του σπιτιού σου, κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Υπήρχε λοιπόν ένας σαφής κώδικας συμπεριφοράς εκ μέρους των ανθρώπων, που τους καθιστούσε αξιόπιστους στα ξωτικά. Οι άνθρωποι έπρεπε να κρατούν μυστικά ώστε να μην παραβιάζεται η ιδιωτική ζωή των ξωτικών που άλλωστε αγαπούν τη μοναξιά και την περισυλλογή.






Αλλά και τα ίδια τα ξωτικά είχαν μία δική τους ηθική και μάλιστα τιμωρούσαν αυτόν που την παραβίαζε. Καθώς ήταν πολύ μυστικοπαθή, οποιαδήποτε προσπάθεια κατασκοπείας και διείσδυσης την ιδιωτική τους ζωή, τιμωρείτο συχνά με όση ισχύ διέθεταν. Εάν η παρείσφρηση γινόταν αθέλητα, η ποινή ήταν συνήθως η αφαίρεση της ικανότητας αντίληψης της χώρας και των τρόπων της, καθώς και τσιμπήματα με τα μυτερά τους όπλα. Αντίθετα, αν η παρείσφρηση εμπεριείχε δόλο και υστεροβουλία, η τιμωρία ποίκιλε από τύφλωση έως ρευματισμούς.
Όσον αφορά την ονοματοθεσία «αυτών των αέρινων τίποτα», όπως τα αποκαλεί ο Shakespeare, άδεται πως πηγάζει από το τοπικό επίρρημα «έξω», από έναν άλλον, έναν διαφορετικό «εξωτικό» κόσμο. Κατά μια άποψη, η λέξη «fairy» δεν χρησιμοποιήθηκε πριν από το Μεσαίωνα και προήλθε από την ιταλική fatae, τις νεράιδες που επισκέπτονταν τα σπίτια στις γεννήσεις και ανακοίνωναν το μέλλον του μωρού, όπως έκαναν οι τρείς μοίρες. Αρχικά το «fairy» ήταν «faire-erie» μία κατάσταση μαγέματος που ωστόσο μεταφέρθηκε απ’ την κατάσταση στον πρόξενο της κατάστασης αυτής.
«Θεάσεις» των ξωτικών περιγράφουν φιγούρες που προσομοιάζουν στους ανθρώπους, έχοντας εν γένει όμορφη εμφάνιση αλλά κι ενίοτε κάποια δυσμορφία που δεν μπορούν πάντοτε να αποκρύψουν.
Είθισται να είναι ενδεδυμένα στα πράσινα και να κατοικούν μέσα σε λόφους, βουνά ή αρχαίους τάφους ενώ το γνωστότερο κατοικήριο τους είναι η Τιγκ Ναν Ογκ, η χώρα της νεότητας. Ένας γήινος παράδεισος που βρισκόταν στη δυτική ακρη του ωκεανού και όπου ο χρόνος, όπως και στη χώρα των ξωτικών, δε μετριέται με ανθρώπινα δεδομένα.
Ένας από τους θνητούς που φημολογείται πως κάποτε το επισκέφτηκε ήταν ο Όσιαν, ο οποίος όμως παραβίασε το ταμπού της χώρας, σύμφωνα με το οποίο, όποιος ήθελε να επισκεφτεί τη γη μπορούσε μεν, έπρεπε δε, να μην πατήσει το χώμα της. Εφόσον το παραβίαζε, η γήινη ηλικία του επέστρεφε και μονομιάς καθίστατο ανέφικτο να επιστρέψει…
browny.JPG






Τα είδη των ξωτικών.
Οι μορφές που συναπαρτίζουν το χώρο των ξωτικών είναι οι εξής: το Lepraucaun, το Cluriccaun, και το Far Darrig. Ωστόσο πολλοί είναι εκείνοι που υποστηρίζουν πως τα τρία αυτά ξωτικά είναι στην πραγματικότητα οι διαφορετικές όψεις και διαθέσεις ενός μόνο πνεύματος.
Ο παπουτσής των ξωτικών, το Lepraucaun, είναι ο πιο φιλόπονος και εργατικός τύπος καθώς και ο κάτοχος ενός μεγάλου θησαυρού που απέκτησε με τη σκληρή δουλειά στην οποία επιδιδόταν.
Ένας μόνιμος πονοκέφαλος των παλιών αρχοντικών και των βοσκών, ήταν το Cluriccaun που τρύπωνε μέσα σε κελάρια και έκλεβε φαγώσιμα και ποτά. Ίσως ήταν ο παπουτής μας που το έριχνε ενίοτε στο γλέντι, όταν δεν είχε παπούτσια να ράψει…
Με κόκκινο σκουφή και πανωφόρι ο Far Darrig, που στα κέλτικα σημαίνει «ο κόκκινος άνθρωπος», σκαρώνει συνεχώς κακόγουστα και μακάβρια αστεία στους ανθρώπους. Πρόκειται ίσως για το πιο άτιμο υποκείμενο σ’ όλο το βασίλειο των ξωτικών και υποστηρίζεται πως αυτό είναι που κυβερνά τους εφιάλτες των ανθρώπων!
hans-christian-adersen.JPG
Δραστηριότητες στην ξωτικοχώρα..
Τα ξωτικά αρέσκονται να χορεύουν μαγικά κάτω από την λάμψη του φεγγαρόφωτου και δη τις ώρες που εκλείπουν τα αδιάκριτα ανθρώπινα μάτια… Τα εμφανή σημάδια του χώρου εξετάστηκαν επισταμένως και ερμηνεύτηκαν ως κύκλοι ή δακτυλίδια που είναι ευρέως γνωστά με την ονομασία crop-circles.
Σαν κύριες δραστηριότητες τους, έχουν τα γλέντια, τις μάχες, τον έρωτα, το χορό και το αναντίρρητα μεγαλύτερο προσόν τους είναι οι μελωδίες μιας συναρπαστικής μουσικής. Συχνά συναντούμε ξωτικά να δελεάζουν ανθρώπους στην ξωτικοχώρα, όταν αυτοί είναι δεξιοτέχνες μουσικοί και έπειτα να τους μυούν στους ξωτικούς ρυθμούς. Οι περισσότεροι όμορφοι παλιοί σκοποί της Ιρλανδίας, έχουν αντληθεί απ’ την ίδια την μουσική των ξωτικών που όπως λέγεται την κρυφάκουσε κάποιος κι έπειτα την τραγούδησε και σε άλλους.
Ιδιαιτέρως δημοφιλή στα ξωτικά είναι το κυνήγι, το ποδόσφαιρο και ο ακοντισμός, ενώ το κύριο σπιτικό παιχνίδι είναι το σκάκι, το οποίο χρησιμοποιούν συχνά για να νικούν τους θνητούς!
Αποδίδονται πολλές και ισχυρές δυνάμεις στα ξωτικά, όπως η ίαση, ο υπνωτισμός και η δημιουργία μιας ασπίδας προστασίας, μολαταύτα ως έκφραση είναι μάλλον λανθασμένη. Στην πραγματικότητα τα ξωτικά πάλλονται σε τόσο υψηλή συχνότητα ώστε να μην παραμένουν αρκετή ώρα στο ίδιο σημείο, με επακόλουθο να μην γίνονται ορατά. Ίσως οι άνθρωποι να διέκριναν ένα ανεπαίσθητο τρεμούλιασμα στον αέρα αν ήταν προσεκτικοί, αλλά δεν είναι. Ακόμη και τότε αποδίδουν αυτό το τρεμούλιασμα που μοιάζει με άχνισμα, στην εξάτμιση υδρατμών.
Παρά τούτο, υφίσταται η δυνατότητα να γίνουν ορατά στο ανθρώπινο μάτι είτε το επιθυμούν τα ίδια, είτε με διάφορα τεχνητά μέσα. Ένα απ’ τα γνωστότερα είναι το τετράφυλλο τριφύλλι καθώς και μια ξωτικοαλοιφή που φτιάχνεται από τετράφυλλα τριφύλλια και σκορπίζει τη πλάνη που ρίχνουν τα ξωτικά στις ανθρώπινες αισθήσεις. Επίσης, υπάρχουν άνθρωποι προικισμένοι με δεύτερη όραση, οι οποίοι και δύνανται να βλέπουν τα ξωτικά. Ας αναφέρουμε όμως τις προϋποθέσεις που πρέπει να επικρατήσουν για να γίνει επιτεύξιμη η θέαση των μαγικών αυτών όντων: η μέρα πρέπει να είναι πολύ ζεστή, να είμαστε λίγο νυσταγμένοι -όχι πολύ για να μπορέσουμε να κρατάμε τα μάτια μας ανοιχτά- και τέλος να νιώθουμε κάπως «ξωτικοπαρμένοι», όρος που πρέπει να αντιληφθούμε κυρίως νοερά.
Μία από τις συνηθισμένες τακτικές των ξωτικών, ήταν να απαγάγουν θνητά μωρά που ήταν αβάπτιστα και στη θέση τους να τοποθετούν ένα κομμάτι ξύλο πρόχειρα σκαλισμένο, ώστε να μοιάζει με παιδί και μάλιστα προικισμένο με πρόσκαιρη ζωή. Μόλις χάνονταν, το παιδί απέθνησκε και θαβόταν κανονικά το ξύλο. Συχνότερα το υποκατάστατο ήταν ένα γερασμένο, κρυμμένο ξωτικό ακατάλληλο πλέον για τη φυλή, αλλά πρόθυμο να περάσει μία εύκολη ζωή. Όταν υπήρχε υποψία τέτοιας αντικατάστασης βασάνιζαν το ξωτικό παιδί για να προτρέψουν τους γονείς του να το αλλάξουν και τοιουτοτρόπως χάθηκαν βασανιστικά πολλά μωρά απ’ αυτήν την αιτία, δεδομένου ότι και οι διάφορες νηπιακές ασθένειες, με τις οποίες δεν ήταν εξοικειωμένοι οι άνθρωποι, εκλαμβάνονταν ως ανταλλαγή των ξωτικών. Θεωρούνταν ότι έκλεβαν τα παιδιά συνηθέστερα για να πληρώσουν φόρο στο διάβολο, για να ενισχύσουν το ξωτικό απόθεμα ή απλά λόγω της ομορφιάς τους. Από την άλλη, πολλοί εμφανίσιμοι νέοι παρέμεναν ως εραστές των ξωτικών πριγκιπισσών. Μεγαλύτερη ζήτηση ομολογουμένως, είχαν οι γυναίκες είτε με την αρμοδιότητα της παραμάνας είτε ως σύζυγοι των ξωτικών ενώ ιδιαίτερη έλξη και θέλγητρο αποτελούσαν τα μακριά ξανθά μαλλιά.
Γίνεται λοιπόν σαφές ότι η πίστη στα ξωτικά αποτελεί μια αυτόνομη παράδοση, που πραγματεύεται τη δυνατότητα των ανθρώπων να έχουν εμπειρία της νοημοσύνης της φύσης.
Ξωτικές Ιστορίες..
Πολλές φορές ακούμε ή διαβάζουμε για ανθρώπους που αίφνης εξαφανίζονται και ποτέ κανείς δεν μαθαίνει κάτι γι’ αυτούς. Ίσως έτσι απλά κάποιοι άνθρωποι να περνούν τις πύλες του ανεξήγητου και του μυστηρίου και να μην δύνανται να επιστρέψουν ποτέ για να διηγηθούν την ιστορία τους. Γι’ αυτό πρέπει να αισθανόμαστε τυχεροί όταν συναντάμε μπροστά μας ιστορίες ντυμένες με το πέπλο του μύθου, την ονειρική φορεσιά του παραμυθιού ή ακόμα την γοητεία μιας αληθινής διήγησης.
Υπάρχει μια ιστορία που εκτυλίσσεται στην Ιρλανδία και αναφέρεται σε έναν κύριο που μπαίνοντας σε κάποιο Bar, ακούει ένα κορίτσι να τραγουδάει ένα απαλό λυπητερό τραγούδι που δεν έχει ούτε λόγια ούτε μουσική. Μετά από έρευνα μαθαίνει πως το κορίτσι είχε ακούσει κάποτε την άρπα των ξωτικών. Αυτό συνεπάγεται πως έκτοτε χάνει όλες τις μνήμες της αγάπης και του μίσους, ξεχνάει τα πάντα και δεν έχει άλλο ήχο στα αυτιά της, εκτός απ’ την απαλή μελωδία της ξωτικής άρπας…
Κάποτε ένας χωρικός ακολουθώντας το κοπάδι του φτάνει σε μία σπηλιά κι εκεί συναντά μια εκθαμβωτικά όμορφη γυναίκα, η οποία του προσφέρει φαγητό και του ζητά να μείνει κοντά της ως κηπουρός. Τον οδηγεί μέσα από τη σπηλιά σ’ ένα πανέμορφο τόπο όπου και μένουν για κάποιες βδομάδες. Όταν τελικά νοσταλγεί το σπίτι του, τον αποχαιρετά καθώς τον βγάζει στην έξοδο. Περιέργως όμως όταν αυτός επιστρέφει στο τόπο του, όλα φαίνονται διαφορετικά. Κανείς απολύτως δεν τον αναγνωρίζει εκτός από μία γριά γυναίκα που πλησιάζοντας του είπε: «Που ήσουν; Σε ψάχνω εδώ και διακόσια χρόνια…!» Τον πήρε απαλά απ’ το χέρι και τον οδήγησε στον Κάτω κόσμο διότι η γριά ήταν ο ίδιος ο θάνατος!.
Τέλος, έχουμε την παράξενη εν τούτοις αληθινή ιστορία που κυκλοφόρησε μετά τα αποτρόπαια ευρήματα στο σπηλαιώδες σύμπλεγμα hal salfini, περί του 1900 και συγκλόνισε την κοινή γνώμη ανά τον κόσμο. Ανακαλύφτηκαν λοιπόν, κάποιες κατακόμβες και μέσα σε αυτές μια μάζα από συντρίμμια που όπως απεδείχθη, ήταν τα υπολείμματα 33.000 σκελετών, από ανθρώπους που είχαν θανατωθεί βίαια και μάλιστα…φαγωθεί! Η όλη κατασκευή με τις στοές, ύψους περίπου ενός μέτρου, είχε σχεδιαστεί για ανθρώπους που θα πρέπει να είχαν τις διαστάσεις νάνων. Και η παράδοξη ιστορία δεν λέει να σταματήσει εδώ! Μερικά χρόνια αργότερα, όταν οι κατακόμβες ανοίχτηκαν στο κοινό, μια ομάδα ερευνητών εξαφανίστηκε δίχως να αφήσει το παραμικρό ίχνος πίσω της! Η μαζική εξαφάνιση θεωρήθηκε αποτέλεσμα της κατάρρευσης κάποιας στοάς, παρά το γεγονός πως κατά τη διάρκεια της επισταμένης έρευνας που διεξήχθη, δεν βρέθηκαν τα πτώματα τους. ‘Αδεται επίσης, αν και μπορεί να ακουστεί υπερβολικό, πως για καιρό μετά το συμβάν, ακούγονταν οι φωνές και τα τραγούδια των ερευνητών από τα έγκατα της γης.
Επιλογικά.
Τα έθιμα και η λαϊκή μούσα επιμένουν ακόμη να βλέπουν τους «μαγικούς τύμβους» στην Ιρλανδία, ενώ υπάρχει η δοξασία ότι οι αόρατοι κάτοικοι τους θα πολεμήσουν στο πλευρό των ανθρώπων σε ένα δίκαιο αγώνα με λόγχες από γαλάζιες φλόγες και ολόλευκες ασπίδες. Οι μύθοι και οι θρύλοι είναι τόσο βαθιά ριζωμένοι στη ψυχή των ιρλανδών, ώστε ακόμη και αυτοί που ισχυρίζονται πως δεν τους πιστεύουν, δεν θα κόψουν το δέντρο κάτω από το οποίο, σύμφωνα με το θρύλο, βρίσκεται το σπίτι της νεράιδας, ούτε θα πειράξουν το βράχο κάτω από το οποίο ζουν τα ξωτικά.
Διότι υπάρχουν πολύ σημαντικές πληροφορίες μέσα σε αυτές τις ιστορίες κι όποιος μπει στο κόπο να τις αποκωδικοποιήσει μπορεί να ανακαλύψει θαυμαστούς κόσμους και παράξενες πραγματικότητες, που μπορεί να αγγίζουν τον κόσμο μας αλλά να μην ανήκουν σ’ αυτόν, να τον υπερβαίνουν.
Υπάρχει η ζωή μέσα σου κι είναι αυτή που σε κάνει να μεγαλώνεις, να κινείσαι, να σκέφτεσαι. Παρόλα αυτά δεν μπορείς να την δεις, τουλάχιστον όχι με τον τρόπο που οι περισσότεροι γνωρίζουν.
«Νύχτα αλαλάζουν ξωτικά,
ολέθρου σκοτεινοί προάγγελοι,
ο νους παγώνει
Ύστερα ενός καλοκαιριού
η χρυσωμένη αυγή
το μάτι κλείνει στη Μοίρα
και το νερό τα καταπίνει».
Richard Adams.
Επιλογικά, αν είναι αλήθεια αυτά που ισχυρίστηκε ο Sir James Barry, ο πασίγνωστος συγγραφέας του Πίτερ Παν, λέγοντας πως «κάθε φορά που ένα παιδί λέει πως δεν πιστεύει στις νεράιδες, μια μικρή νεράιδα κάπου στον κόσμο πέφτει νεκρή…» τότε αναμφίβολα θα υπάρχουν κάπου εκεί έξω νεράιδες και ξωτικά που θα χαίρονται την εύθραυστη ύπαρξη τους, για όσο καιρό η φαντασία θα αποτελεί τη ζώσα αρχή των ανθρώπων…

Μία από τις ομορφότερες κινηματογραφικές  παραγωγές του κόσμου μας φέρνει κοντά στον μυθικό κόσμο των ξωτικών

Magical legend of the leprechauns