Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΡΑΜΣΗΣ Β΄. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΡΑΜΣΗΣ Β΄. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2016

ΡΑΜΣΗΣ Β΄

ΡΑΜΣΗΣ  Β΄
Τυχερός στην ζωή και στον θάνατο!





Ο Ραμσής Β΄ ή αλλιώς γνωστός ως Ραμσής ο Μέγας, ήταν ο τρίτος Φαραώ της 19ης δυναστείας και ο ισχυρότερος όλων των Αιγυπτίων ηγεμόνων. Θεωρείται από τους ερευνητές ως ο Φαραώ της Εξόδου΄ των Ισραηλιτών όπως χαρακτηρίστηκε η φυγή τους από την Αίγυπτο όπου οι ίδιοι προηγουμένως είχαν επιλέξει να πάνε.

Γεννήθηκε το 1303 π.Χ. και ήταν ο δεύτερος γιος του Φαραώ Σέτι Α΄ και της βασίλισσας Τούγιας, ο οποίος τον έχρισε αντιβασιλέα το 1289 π.Χ., όταν ο Ραμσής ήταν 14 ετών δηλαδή. Στα 24 του, 1279 π.Χ. ανέλαβε την εξουσία και βασίλεψε μέχρι το 1213 π.Χ. σύμφωνα με τον ιστορικό Μανέθων. Ο Ραμσής είχε δυο αδερφές, τη μεγαλύτερη του πριγκίπισσα Τία και την μικρότερη του πριγκίπισσα Χανουτμίρε, την οποία και παντρεύτηκε. Η επίσημη σύζυγος του Ραμσή ήταν η βασίλισσα Νεφερτάρι αλλά είχε άλλες 7 βασιλικές συζύγους. Αυτές ήταν η Ισετνοφρέτ, μητέρα του διαδόχου του Ραμσή, η Βιντάναθ, η Μεριχτάμην, η Νεμπετάβυ, και οι τρεις ήταν κόρες του Ραμσή, η Χανουτμίρε, η αδερφή του όπως ήδη αναφέρθηκε, η Μααθορνεφέρου, η κόρη του Χετταίου βασιλιά και ακόμα μια Χετταία πριγκίπισσα της οποίας το όνομα δεν σώζεται σε κανένα κείμενο. Στην αρχαία Αίγυπτο ήτανε σύνηθες φαινόμενο να γίνονται γάμοι μεταξύ των μελών της βασιλικής οικογένειας, διότι θεωρούσαν τους εαυτούς τους απογόνους των θεών και δεν μπορούσανε να ενώσουν το αίμα τους με αίμα κοινών θνητών. Εκτός των άλλων ο Φαραώ είχε το δικαίωμα όταν πέθαινε η σύζυγος του να παντρευτεί την κόρη ή τις κόρες της, καθώς οι αρχαίοι Αιγύπτιοι πιστεύανε ότι μέσα από τους απογόνους τους ζει το πνεύμα τους και η συνέχεια τους. Ο Ραμσής έκανε περίπου 100 παιδιά, οι μελετητές υπολογίζουν πως έκανε 45 με 55 γιούς και 40 με 50 κόρες. Τα πιο γνωστά από τα παιδιά του είναι, ο διάδοχος του και 13ος γιος του, Μερνεφθά, ο Χαεμσέτ, ο Άμουν-χε-χέρεσεφ που ήταν ο πρωτότοκος γιος του Ραμσή και οι κόρες του και μετέπειτα σύζυγοι του Μειχταμήν, Βιντάναθ και Νεμπετάβυ. Ο Ραμσής χτυπήθηκε σε μεγάλη ηλικία από αρθριτικά και σκλήρυνση των αιμοφόρων αγγείων. Πέθανε το 1213 π.Χ. σε ηλικία περίπου 90 χρονών. Το όνομα του έμεινε δοξασμένο στους αιώνες και μέχρι και όταν έπεσε το Νέο Βασίλειο της Αιγύπτου, όλοι πιστεύανε ότι ένας απόγονος του θα έσωζε τη χώρα από την καταστροφή. Ύστερα από τον Ραμσή Β΄ άλλοι δέκα Φαραώ πήρανε το όνομα του, για να προσδώσουν κύρος στη βασιλεία τους. Ο μεγάλος ηγεμόνας θάφτηκε στην Κοιλάδα των Βασιλέων, στη νεκρόπολη που βρισκόταν στα δυτικά των Θηβών και συγκεκριμένα στο τύμβο που σήμερα ονομάζεται KV7. Η μούμια του φυλάσσεται στο Μουσείο του Καΐρου.

Η εξωτερική πολιτική του ήταν κυρίως επιθετική με σκοπό την προάσπιση των συμφερόντων της Αιγύπτου στη συριακή και παλαιστινιακή επικράτεια. Για αυτό το λόγο ο Ραμσής έκανε πολλούς πολέμους ενάντια στους γείτονες του.




Στο 2ο έτος της βασιλείας του ο Ραμσής αντιμετώπισε την λεηλασία των παράκτιων πόλεων της Αιγύπτου από τους «Λαούς της Θάλασσας», πιο συγκεκριμένα πειρατές από τη Λυκία και πειρατές Šardana. Έχτισε πολλά παράκτια παρατηρητήρια και εφοδίασε της νηοπομπές και τα καραβάνια με αμυντικό στρατό υπεύθυνο για τη φύλαξη των εμπορικών περασμάτων. Αρκετές πηγές αναφέρουν ότι στα ανοιχτά του Νείλου δόθηκε και μια ναυμαχία, αλλά δεν έχουν επιβεβαιωθεί ακόμα με ευρήματα.
Στο 4ο έτος της βασιλείας του ο Φαραώ εκστράτευσε εναντίον της γης της Χαναάν και της Παλαιστίνης. Αυτή η εκστρατεία αποδείχθηκε νικηφόρα καθώς νίκησε και αιχμαλώτισε δυο πρίγκιπες που ήταν υποτελείς των Χετταίων.
Στο 5ο έτος της βασιλείας του επανέλαβε μια εκστρατεία στην περιοχή της Παλαιστίνης και της Συρίας, όταν έγινε και η περίφημη μάχη του Καντές, με σκοπό να εμποδίσει την προέλαση των Χετταίων προς το νότο. Την μάχη ουσιαστικά κέρδισαν οι Αιγύπτιοι, καθώς είχαν πέσει σε ενέδρα Χετταίων και ο νεαρός Φαραώ όχι μόνο δεν πτοήθηκε αλλά συγκέντρωσε τα σκόρπια, υποχωρούντα, στρατεύματά του, έκανε μια αντεπίθεση και κατατρόπωσε τους Χετταίους. Ο Ραμσής βέβαια δεν κατάφερε να εισβάλει στο οχυρό τους, ύστερα αναγκάστηκε να τους παραχωρήσει και την περιοχή της Αμορού, οπότε κατηγορήθηκε ότι απέτυχε. Κατάφερε όμως να ανακόψει την προέλαση των Χετταίων, να τους προκαλέσει βαριές απώλειες και να τους αποδείξει ότι, αν και νεαρός, ήταν πολύ ισχυρότερος και ικανότερος από τους Χετταίους ηγεμόνες. Μετά το τέλος της μάχης ο Ραμσής Β΄ έκλεισε ειρήνη με τον αρχιστράτηγο των Χετταίων Χατουσίλις Γ΄, μικρότερο αδελφό του Χετταίου βασιλιά Μουβατάλις Β΄ ουσιαστικά χωρίς νικητή, η συνθήκη ειρήνης μεταξύ Χετταίων και Αιγυπτίων είναι η παλιότερη συνθήκη που υπάρχει σήμερα στον κόσμο, με αντίγραφο της να βρίσκεται στο κτίριο του ΟΗΕ.
Στο 7ο έτος της βασιλείας του, μαζί με τον γιο του Άμουν-χε-χέρεσεφ, οδήγησε μια νέα εκστρατεία στη Συρία και κατέλαβε τις πόλεις Νεγέβ, Μωάβ, Ιερουσαλήμ, Ιεριχώ, Δαμασκό, Κουμίδ και Ούπι ενώ κατέστησε τους Εδωμίτες και τους Ζχάσους υποτελείς του.
Στο 9ο έτος της βασιλείας του έκανε την τελευταία εκστρατεία του στη Συρία και επανέκτησε την περιοχή της Αμορού και κατέλαβε την πόλη Τουνίπ. Μετά από αυτή την εκστρατεία έκλεισε συνθήκη ειρήνης με τους Χετταίους και παντρεύτηκε δυο πριγκίπισσες τους για να σφραγίσει για πάντα αυτήν την ειρήνη.
Ο Ραμσής ανέλαβε εκστρατείες και στη Νουβία, νότια της Αιγύπτου, μαζί με δυο γιους του, υποτάσσοντας τους αυτόχθονες κατοίκους της περιοχής και καθιστώντας τους υποτελείς του.
Στην περιοχή των βορειοανατολικών παράλιων της Λιβύης, που είχε κατακτήσει ο Σέτι Α΄, ο πατέρας του Ραμσή, κτίστηκαν πολλά παράκτια φρούρια και ενισχύθηκαν οι φρουρές της περιοχής για τη διαφύλαξη των εμπορικών καραβανιών.

Ο Ραμσής με τις εκστρατείες του επέφερε εσωτερική σταθερότητα και οικονομική άνθηση στην Αίγυπτο για αυτό και στο 30ο έτος της βασιλείας του χαρακτηρίστηκε ως Θεός. Κανένας προκάτοχος του θρόνου δεν είχε καταφέρει τόσα πολλά σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα και σε τόσο νεαρή ηλικία. Θέλοντας να αφήσει το όνομα του και τα κατορθώματα του αθάνατα στο πέρασμα των αιώνων, έχτισε πληθώρα μνημείων με απεικονίσεις των μαχών και των εκστρατειών του. Η οικονομική και πολιτιστική άνθηση που έφεραν τα έργα του, τον έκαναν ακόμα πιο αγαπητό στο λαό του. Τα πιο σημαντικά μνημεία που έχτισε είναι:

Η πόλη Πι-Ραμές Αα-Νακτού, που σημαίνει «Επικράτεια του Ραμσή Β΄, Κυρίαρχο στη νίκη». Η πόλη Πι-Ραμές κτίστηκε στο ανατολικό Δέλτα, κοντά στην πόλη Καντίρ. Εκεί που βρισκόντουσαν οι θερινές κατοικίες του πατέρα του, τις οποίες επέκτεινε και διακόσμησε με δικά του γλυπτά και απεικονίσεις.
Το Ραμέσσειο, κοντά στην Κούρνα, δυτικά των Θηβών, που είναι ένα σύμπλεγμα ναών και σχολείων, αφιερωμένα στον Ραμσή και τον πατέρα του και διακοσμημένα μόνο με σκηνές από τη μάχη του Καντές.
Το περίφημο Αμπού Σίμπελ, στη νότια Αίγυπτο, ένα από τα πιο καλά διατηρημένα ιερά της αρχαίας Αιγύπτου, αφιερωμένο στον Ραμσή, στη γυναίκα Νεφερτάρι και σε 4 θεότητες. Ένα λαμπρό δείγμα της αρχιτεκτονικής του Νέου Βασιλείου.
Το ναό της Καλάμπσα και το ναό «Το σπίτι του Φθα» στη βόρεια Νουβία.
Οι τύμβοι της συζύγου, Νεφερτάρις, και ο δικός του, είναι χαρακτηριστικά δείγματα της νεκρικής τέχνης που ακολουθούσαν οι αρχαίοι Αιγύπτιοι στην ταφή των βασιλέων τους.
Ο Ραμσής άφησε πίσω του και πολλά αγάλματα με τον ίδιο να απεικονίζεται με τα βασιλικά διαδήματα ή με στρατιωτική ενδυμασία ή να πλαισιώνεται από θεούς που τον αναγνωρίζουν ως όμοιο τους.